Η ιστορία του Πάσχα
Μια από τις μεγαλύτερες θρησκευτικές γιορτές της χριστιανοσύνης, η οποία γίνεται σε ανάμνηση του θανάτου και της Ανάστασης του Χριστού.O όρος Πάσχα προέρχεται από το αραμαϊκό pasha και το εβραϊκό pesah. Για κάποιους, η προέλευση του εβραϊκού όρου είναι ένα θέμα που συζητείται καθώς του αποδίδουν ξένη ετυμολογία, ασσυριακή (pasahu, πραύνω) ή αιγυπτιακή (pash, η ανάμνηση, pesah, το πλήγμα).Πάντως, η Βίβλος συσχετίζει το pesah με το ρήμα pasah πού σημαίνει είτε χωλαίνω, είτε εκτελώ τελετουργικό χορό γύρω από τη θυσία (Γ? Βασ. 18:21,26), είτε, μεταφορικά, «εκφεύγω», «διέρχομαι», «απαλλάσσω».
Το Πάσχα, είναι η διέλευση του Θεού πάνω από τις οικίες των Ισραηλιτών, η οποία έπληττε τις οικίες των Αιγυπτίων (Έξ. 12:13,23,27 / βλ. Ησ. 31:5).Όπως αφηγείται η «Έξοδος», ο Γιαχβέ, τη νύχτα κατά την οποία θα περνούσε και θα εξολόθρευε τα πρωτότοκα των ανθρώπων και των ζώων των Αιγυπτίων, θα προσπερνούσε και θα προστάτευε τα σπίτια των Εβραίων, οι θύρες των οποίων είχαν σημαδευτεί με το αίμα του αρνιού που είχαν θυσιάσει (Έξ. 11:5, 12:12). Η διάρκεια του Πάσχα, κατά την οποία οι Εβραίοι έπρεπε να πάνε για προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ, ήταν 7 ημέρες, από τις 15 ως τις 22 του μηνός Νισάν ο οποίος αντιστοιχεί με το δικό μας Μάρτιο. Σήμερα το Πάσχα γιορτάζεται στις εβραϊκές κοινότητες υπό ευρύτερη μορφή με άλλες τελετουργίες και με την προσθήκη τοπικών παραδόσεων.
Μετά το θάνατο του Ιησού, παράλαβε την εορτή και ο χριστιανισμός, γεγονός που προκάλεσε αμφισβητήσεις, κυρίως σε ό,τι αφορούσε το χαρακτήρα του, γιατί ορισμένοι θεωρούσαν την εορτή ως αναμνηστική της σταύρωσης του Μεσσία, του νέου Αμνού, που θυσιάστηκε για τη σωτηρία της ανθρωπότητας (το όνομα Πάσχα θεωρούνταν εσφαλμένα ότι προέρχεται από το ελληνικό ρήμα πάσχειν), ενώ άλλοι, που τη συνέδεαν με την ευχαριστία, γιόρταζαν το Πάσχα σε ανάμνηση της Ανάστασης του Μεσσία, που είχε γίνει τρεις ημέρες μετά το θάνατο του, δηλαδή την Κυριακή. Εξάλλου θέτονταν το πρόβλημα αν το Πάσχα έπρεπε να γιορτάζεται την Παρασκευή, σε ανάμνηση του θανάτου ή την επομένη Κυριακή. Οι Ανατολικοί ακολούθησαν το εβραϊκό έθιμο να το γιορτάσουν στις 14 του Νισάν γι?αυτό και ονομάστηκε Τεσσαρεσκαιδεκαδίτες-στη Δύση επικράτησε η συνήθεια της Ρώμης και της Αλεξάνδρειας, όπου γιορτάζονταν την Κυριακή. Ύστερα από μακρές δογματικές διενέξεις, ο επίσκοπος Ρώμης Βίκτωρ, στο τέλος του 2ου αι, αφόρισε τις κοινότητες της Ασίας, που δεν ήθελαν να συμμορφωθούν με το δυτικό έθιμο. Ένας γενικός κανόνας καθορισμού του Πάσχα, που έγινε έτσι κινητή γιορτή, διατυπώθηκε στη Σύνοδο της Νίκαιας(325): το Πάσχα έπρεπε να πέφτει την πρώτη Κυριακή μετά τις 14 του Νισάν, δηλαδή του μήνα στον οποίο η 14η συμπίπτει με την εαρινή ισημερία(21 Μαρτίου) ή είναι η αμέσως επόμενη-στην περίπτωση που η 14η του Νισάν αντιστοιχούσε σε Κυριακή, ο εορτασμός έπρεπε να μετατεθεί για την επόμενη Κυριακή. Σύμφωνα με το γρηγοριανό ημερολόγιο, το Πάσχα γιορτάζεται την Κυριακή που ακολουθεί τη μετά την εαρινή ισημερία(21 Μαρτίου) πανσέληνο. Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες όμως, στην περίπτωση του Πάσχα, δεν ακολούθησαν το γρηγοριανό ημερολόγιο κι έτσι υπάρχουν δυο Πάσχα στο εκκλησιαστικό έτος. Τελευταία παρατηρήθηκε κάποια κίνηση για τον καθορισμό σταθερής ημερομηνίας γιορτασμού του Πάσχα.