Μάχη των Θερμοπυλών
Περίπου το 484 π.Χ. ο βασιλιάς Ξέρξης ξεκινά από την Μικρά Ασία για την κατάκτηση της Ελλάδας και την καταστροφή της Αθήνας.
Σε συμβούλιο που έκαναν οι Έλληνες στην Κόρινθο, αποφάσισαν να στείλουν μια μικρή ομάδα στις Θερμοπύλες για να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες και να ανακόψουν την πορεία τους στα νότια, μέχρι να προετοιμαστούν καλύτερα για μεγάλη μάχη. Έτσι, το 480 π.Χ. ο συμμαχικός στρατός των 7000 οπλιτών που οδηγούνταν από 300 όμοιους Σπαρτιάτες αντιμετώπισαν τους Πέρσες στα στενά των Θερμοπυλών που την εποχή εκείνη είχε 12 μέτρα περίπου πλάτος.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Πέρσες αριθμούσαν 5.283.220 άνδρες. Tα νούμερα είναι μάλλον υπερβολικά και πιθανολογείται ότι οι Πέρσες αριθμούσαν μεταξύ 200.000 και 1.700.000 άνδρες.
Στα Στενά οι σύμμαχοι αναστήλωσαν ένα παλιό τείχος που είχε κτιστεί παλιά για την προστασία του νότου.
Ο βασιλιάς Ξέρξης ο οποίος είχε στήσει τον θρόνο του σε ένα ύψωμα, είχε στείλει έναν αντιπρόσωπο στον βασιλιά Λεωνίδα για να τους πει να παραδώσουν τα όπλα τους και να συνθηκολογήσει με την προσφορά πως, λόγω της εκτίμησης που είχε ο Ξέρξης στους Σπαρτιάτες, θα τους έκανε κυρίαρχους στην Ελλάδα ύστερα από την νίκη της Περσίας. Ο Λεωνίδας απάντησε με το γνωστό «μολών λαβέ» (έλα να τα πάρεις).
Λόγω της στενότητας του περάσματος, ο Ξέρξης δεν μπορούσε να στείλει όλο τον στρατό για να καταστρέψει τους Έλληνες αλλά μόνο 1000 κάθε φορά. Η μάχη ήταν σφοδρότατη με πάρα πολλά θύματα από την μεριά των Περσών. Οι Πέρσες είχαν πάρα πολύ ελαφρύ οπλισμό, σχεδόν ανύπαρκτη πανοπλία και η ασπίδα τους ήταν σχεδόν ολόκληρη ψάθινη. Έτσι οι Έλληνες οι οποίοι είχαν πολύ βαρύ οπλισμό (μόνο τα μάτια τους φαινόντουσαν κάτω από τις σχισμές της περικεφαλαίας και το υπόλοιπο σώμα καλυπτόταν από θώρακα, κνημίδες, περιβραχιόνια και μια τεράστια οριχάλκινη ασπίδα) ήταν συγκριτικά ανώτεροι από τους αντιπάλους τους, αφού ακόμα κι αν το δόρυ τους (το οποίο ήταν μακρύτερο από των αντιπάλων) έπεφτε πάνω σε περσική ασπίδα, την διαπερνούσε και χτύπαγε τον άνθρωπο που βρισκόταν από πίσω. Έτσι στο τέλος της πρώτης ημέρας οι Πέρσες είχαν χάσει 2000 άντρες ενώ οι σύμμαχοι γύρω στους 100.
Βλέποντας αυτά ο Ξέρξης στην τελευταία μάχη της πρώτης ημέρας αποφάσισε να στείλει στην μάχη την προσωπική του φρουρά, τους «Αθάνατους», οι οποίοι ήταν 10.000 (Ονομάζονταν έτσι διότι μόλις πέθαινε κάποιος από αυτούς στη μάχη τον αντικαθιστούσε αμέσως κάποιος άλλος με αποτέλεσμα ο αριθμός τους να παραμένει πάντα σταθερός 10.000) . Σαν τελευταία απέλπιδα προσπάθεια, οι Έλληνες επιτέθηκαν στην βασιλική φρουρά την οποία οδηγούσε ο Υρδάνης, και τους έτρεψαν σε άτακτη φυγή. Πολλοί από αυτούς έπεφταν από τον γκρεμό στη θάλασσα.
Η μάχη των Θερμοπυλών ενώ έπρεπε λογικά να κρατήσει μερικές ώρες, κράτησε 3 ολόκληρες ημέρες με τρομερές απώλειες των Περσών. Τελικά ένας προδότης ονόματι Εφιάλτης έδειξε στον Ξέρξη ένα μυστικό και πολύ στενό πέρασμα από το οποίο θα μπορούσε να υπερφαλαγγίσει τους Έλληνες. Την ίδια νύχτα ο Ξέρξης έστειλε πάλι την βασιλική φρουρά, τους 10.000 «Αθανάτους» οι οποίοι έφτασαν στα μετόπισθεν των Ελλήνων το πρωί. Εν τω μεταξύ, κατά τη διάρκεια της νύχτας κατάσκοποι του Λεωνίδα τον είχαν προειδοποιήσει για την κίνηση του Ξέρξη.
Ο Λεωνίδας αποφάσισε να διώξει όλους τους συμμάχους για να μείνουν μόνο οι Λακεδαιμόνιοι και να πεθάνουν στο πεδίο της μάχης τιμημένα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Ζ’,220) η απόφαση αυτή επιβεβαίωσε τον χρησμό της Πυθίας που προφήτευε ότι η Σπάρτη ή θα καταστρεφόταν ή θα έχανε τον βασιλιά της. Από τους συμμάχους έμειναν και 700 Θεσπιείς οπλίτες υπό την ηγεσία του Δημοφίλου του Διαδρόμου καθώς και ότι είχε απομείνει από τους 400 Θηβαίους για να στηρίξουν τους Σπαρτιάτες, παρά τις αντιρρήσεις του Σπαρτιάτη βασιλιά. Οι σύμμαχοι πήγαν να ειδοποιήσουν τους Αθηναίους για την έκβαση της μάχης ώστε να προετοιμαστούν.
Το τελευταίο πρωινό ο Ξέρξης δεν ανέβηκε στον θρόνο του αλλά αποφάσισε να ηγηθεί ο ίδιος της μάχης. Οι Έλληνες λέγεται πως αφού όλα τα όπλα τους είχαν σπάσει πολεμούσαν με νύχια και με δόντια. Ο βασιλιάς Λεωνίδας σκοτώθηκε πάνω στη μάχη. Τέσσερις φορές προσπάθησαν οι Πέρσες να πάρουν το σώμα του, αλλά και τις τέσσερις προστατεύτηκε από τους Σπαρτιάτες οι οποίοι κατόρθωσαν και πήραν πίσω το σώμα του Βασιλιά τους. Ο Ξέρξης φοβούμενος κι άλλες απώλειες διέταξε τους τοξότες του να σκοτώσουν τους Έλληνες οι οποίοι εξαντλημένοι σκοτώθηκαν μέχρι και τον τελευταίο πίσω από το λόφο Κολωνό. Οι μόνοι που παραδόθηκαν είναι οι Θηβαίοι αλλά και για αυτούς η μοίρα ήταν σκληρή μιας και όλοι σφραγίστηκαν στο μέτωπο με τη βασιλική σφραγίδα. Σίγουρα αν είχαν το χάρισμα του Μεγιστία και ήξεραν τι τους περίμενε και είχαν και την μικρή υπόνοια για τη δόξα που θα κέρδιζαν οι σύντροφοί τους θα είχαν πάρει διαφορετική απόφαση και θα σκοτώνονταν μέχρι τον τελευταίο.
Για το σώμα του Λεωνίδα υπάρχουν 2 εκδοχές. Η πρώτη είναι ότι αποκεφαλίστηκε απο τον Ξέρξη για να τον εκδικηθεί και η δεύτερη ότι μεταφέρθηκε στη Σπάρτη.
Λέγεται ότι από τους Σπαρτιάτες σώθηκε μόνο ένας με το όνομα Αριστόδημος ο οποίος ήταν τραυματισμένος στο αναρρωτήριο στους Αλπηνούς. Όταν επέστρεψε στην Σπάρτη αντιμετωπίστηκε με χλευασμό και περιφρόνηση. Ο Αριστόδημος όμως πείσμωσε, άντεξε και ένα χρόνο αργότερα, αρίστευσε στη μάχη των Πλαταιών, όπου απέδειξε μαχόμενος ότι δεν ήταν ρίψασπις.
Έπειτα από αυτά, στο πεδίο της μάχης των Θερμοπυλών στήθηκε μία επιγραφή που έγραφε: «Ω ξειν, αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ότι τήδε κείμεθα, τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι.» που σημαίνει: «Ω ξένε, ανάγγειλε στους Λακεδαιμόνιους, ότι εδώ κειτόμαστε (νεκροί), πιστοί στο ιερό καθήκον που μας ανέθεσαν.»
Ύστερα από αυτή την νίκη του Περσικού στρατού, ο Ξέρξης κατηφόρισε προς Αθήνα την οποία και κατέστρεψε ολοσχερώς και έκαψε. Οι Αθηναίοι είχαν καταφύγει στην Σαλαμίνα απ’ όπου και έβλεπαν την πόλη τους να καίγεται, ενώ με αρχηγό τον Θεμιστοκλή προετοιμαζόντουσαν για ναυμαχία. Στην επακόλουθη ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 90% του στόλου των Περσών καταστράφηκε ενώ ο συμμαχικός στόλος είχε πολύ μικρές απώλειες. Ο Ξέρξης έφυγε για την χώρα του με πλοίο για να βγάλει τον χειμώνα αφήνοντας πίσω του τον Μαρδόνιο με τον υπόλοιπο στρατό για να ξαναντιμετωπίσει τους Έλληνες την άνοιξη του 479 π.Χ. στη μάχη των Πλαταιών που ήταν και η τελευταία των Περσικών πολέμων.