Μάχη στα Κούναξα
Η άνοδος του Αρταξέρξη στον περσικό θρόνο το 404 π.Χ. δεν έγινε με τη συγκατάθεση του αδερφού του Κύρου, ο οποίος άρχισε να συγκεντρώνει βαρβαρικά και ελληνικά στρατεύματα με σκοπό να επιτεθεί εναντίον του Αρταξέρξη και να καταλάβει το θρόνο. Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα συγκέντρωσε, είτε φανερά με εύλογα προσχήματα είτε κρυφά διαμέσου έμπιστων Ελλήνων στους οποίους έστελνε χρήματα, 70.000 έως 100.000 στρατό. Ανάμεσά τους βρίσκονταν 13.000 Έλληνες μισθοφόροι απ? όλα τα μέρη της Ελλάδας που στρατολογήθηκαν από το Βοιωτό Πρόξενο, τους Λαρισαίους Μένωνα και Αρίστιππο, τον Κλέαρχο το Λακεδαιμόνιο και τον Αγία από την Αρκαδία. Ο Κύρος απευθύνθηκε επίσης στους Σπαρτιάτες, αποκρύπτοντας την πρόθεσή του να στραφεί εναντίον του αδερφού του. Οι σπαρτιατικές αρχές, για να ανταποδώσουν τη βοήθεια που τους πρόσφερε στα τελευταία χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου, έστειλαν 25-30 πλοία με το ναύαρχο Πυθαγόρα ή Σάμιο και περίπου 700-800 μισθοφόρους με αρχηγό το Χειρίσοφο. Όταν οι Έλληνες μισθοφόροι πληροφορήθηκαν ότι θα μάχονταν εναντίον του βασιλικού στρατού του Αρταξέρξη αντέδρασαν έντονα. Ο καθησυχαστικός λόγος του Κύρου όμως, καθώς και οι υποσχέσεις του για γενναιόδωρες αμοιβές έκαμψαν τους ενδοιασμούς τους.
Την άνοιξη του 401 π.Χ. ο Κύρος ξεκίνησε με το στρατό του από τις Σάρδεις και διασχίζοντας την Κιλικία και τη Μεσοποταμία έφτασε το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους στα Κούναξα, ένα χωριό στην περιοχή της Βαβυλώνας. Εκεί τον περίμενε ο βασιλικός στρατός του Αρταξέρξη. Στη μάχη που ακολούθησε ο Κύρος έχασε τη ζωή του. Ο θάνατός του κατατρόμαξε τους Ασιάτες που είχε φέρει μαζί του, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψουν το πεδίο της μάχης. Μόνο οι Έλληνες με επικεφαλής τον Κλέαρχο κατόρθωσαν να κρατήσουν τις θέσεις τους, χωρίς όμως να γνωρίζουν το θάνατο του Κύρου. Όταν τον πληροφορήθηκαν την επόμενη ημέρα, αποφάσισαν να πάρουν το δρόμο της επιστροφής. Ο Τισσαφέρνης προσφέρθηκε να τους βοηθήσει να ξαναγυρίσουν στην Ελλάδα. Με τις δελεαστικές του υποσχέσεις κατάφερε να περάσουν τον Τίγρη ποταμό. Όταν έφτασαν στις όχθες του Μεγάλου Ζαπάτα, κάλεσε στη σκηνή του τους αξιωματικούς των ελληνικών τμημάτων. Όσοι όμως ανταποκρίθηκαν στην πρόσκλησή του, έπειτα από παρότρυνση του Κλεάρχου, έπεσαν στην παγίδα του και βρήκαν τραγικό θάνατο.
Μετά τα δραματικά αυτά γεγονότα πρώτος αντέδρασε ο Ξενοφών, που είχε ακολουθήσει το μισθοφορικό στράτευμα όχι ως στρατιωτικός αλλά έπειτα από πρόσκληση του στρατηγού Προξένου, ο οποίος είχε θανατωθεί από τον Τισσαφέρνη. Υπέβαλε την ιδέα ότι έπρεπε να εκλέξουν το γρηγορότερο νέους στρατηγούς και λοχαγούς στη θέση των θυμάτων. Η ιδέα επιδοκιμάστηκε και πραγματοποιήθηκε. Ο ίδιος ο Ξενοφών έγινε διάδοχος του Προξένου. Η αρχιστρατηγία δόθηκε στο Λακεδαιμόνιο Χειρίσοφο, καθώς εκείνη την εποχή η Σπάρτη κυριαρχούσε στην Ελλάδα. Χωρίς άλλη καθυστέρηση, το μικρό στράτευμα ετοιμάστηκε να ξεκινήσει για μία από τις πιο τολμηρές στρατιωτικές επιχειρήσεις της ιστορίας. Η επιστροφή των 8.600 Ελλήνων μισθοφόρων αποτελεί ένα από τα πιο ένδοξα κεφάλαια της ελληνικής στρατιωτικής ιστορίας. Διήρκεσε από το Σεπτέμβριο του 401 έως το Μάιο του 399 π.Χ.
πηγή http://asiaminor.ehw.gr/Forms/fLemmaBody.aspx?lemmaid=4684