Επαμεινώνδας
Γεννήθηκε στην Θήβα, το 418 ή 420 π.Χ. Η οικογένεια του, αν και φτωχή, ήταν πολύ αρχαία και αριστοκρατική και ο πατέρας του Πολυμνήδας ανήκε στους επονομαζόμενους Σπαρτούς, οι οποίοι εθεωρούντο απόγονοι του Κάδμου.
Έλαβε άριστη εκπαίδευση στη μουσική, φωνητική και ενόργανο, όπως επίσης και στον χορό. Εκπαιδεύτηκε επίσης και στην γυμναστική στην οποία επροπονείτο για αντοχή και ευκινησία. Ήταν κάτοχος όλων των αρετών που οι Έλληνες τόσο πολύ εκτιμούσαν. Ξεχώριζε για την ηθικότητά του, τη σωφροσύνη, την απλότητά του και την πλατιά μόρφωσή του με δάσκαλό του τον περίφημο παιδαγωγό Πυθαγόρειο Λυσία του Τάραντα, ο οποίος είχε έλθει και έμενε στην Θήβα και είχε συχνές φιλοσοφικές συζητήσεις με τον Σιμία της Θήβας και τον Σπήνθαρο από τον Τάραντα, μαθητές και οι δύο του Σωκράτη.
Οι διανοητικές του ικανότητες συμβάδιζαν με αυτές της ηθικής. Θαρραλέος άνδρας, είχε αποστροφή εναντίον κάθε σκληρότητας και άσκοπης αιματοχυσίας. Έτσι όταν κατέλαβε την Σικυωνική πόλη της Φοιβίας, στην οποία είχαν συγκεντρωθεί πολλοί Βοιωτοί φυγάδες, δεν τους σκότωσε, σύμφωνα με τον Θηβαϊκό νόμο, αλλά τους εκχώρησε καινούργια εθνικότητα και τους άφησε ελεύθερους.
Δεν είχε προσωπικές φιλοδοξίες, εκτός από το να υπηρετήσει την πατρίδα του, όσο καλύτερα μπορούσε. Ήταν αδιάφορος στο χρήμα ή στην δόξα και όταν ο άρχων της Θεσσαλίας του πρόσφερε πενήντα τάλαντα, αν και είχε ανάγκη από χρήματα για να χρηματοδοτήσει μία αποστολή στην Θεσσαλία, δεν τα πήρε, για να μη ντροπιάσει την πατρίδα του και τα δανείστηκε από φίλους του.
Όταν ο Αρταξέρξης του πρόσφερε χρήματα για να δεχθεί τις προτάσεις του, ο Επαμεινώνδας αρνήθηκε και είπε στον απεσταλμένο:
“Αν οι προτάσεις του Αρταξέρξη είναι σύμφωνες με τα συμφέροντα της πατρίδας μου, δεν χρειάζονται χρήματα για να τις δεχθώ, αν όμως είναι αντίθετες με το συμφέρον και την τιμή της πατρίδας μου, όλο το χρυσάφι του βασιλείου του δεν θα με πείσει να προδώσω το χρέος μου προς την πατρίδα. Εσένα που προσπάθησες να με δωροδοκήσεις χωρίς να γνωρίζεις τον χαρακτήρα μου, σε συγχωρώ, αλλά πρέπει να φύγεις αμέσως από την πόλη, για να μη διαφθείρεις άλλους”.
Στη μάχη εναντίον των Αρκάδων (385 π.Χ.) δε δίστασε, αν και τραυματισμένος, να σώσει με κίνδυνο της ζωής του, το φίλο του Πελοπίδα, που είχε πληγωθεί βαριά και κινδύνευε να πεθάνει. Όταν η Καδμεία καταλήφθηκε από τους Σπαρτιάτες (μετά το 382 π.Χ.), ο Επαμεινώνδας εγκατέλειψε τη δημόσια ζωή και προτίμησε να ζήσει ως απλός πολίτης. Εργάστηκε μυστικά για την ανεξαρτησία της πατρίδας του και για τη συναδέλφωση του διαιρεμένου λαού, αποφεύγοντας να αναμειχθεί στη δολοφονία των ολιγαρχικών.
Το 371 στη μάχη των Λεύκτρων, νίκησε το βασιλέα των Σπαρτιατών Κλεόμβροτο, που είχε εισβάλει στη Βοιωτία κι έτσι η Σπάρτη έπαψε να ηγεμονεύει την Ελλάδα. Η νίκη οφείλεται στη στρατηγική της “λοξής φάλαγγας”, που, για πρώτη φορά, εφάρμοσε ο Επαμεινώνδας. Σύμφωνα με το σύστημα αυτό, η μεγαλύτερη δύναμη συγκεντρωνόταν στο ένα άκρο της παράταξης. Στη μάχη αυτή νικήθηκε και σκοτώθηκε ο Κλεόμβροτος. Η μεγάλη αυτή νίκη εξασφάλισε την αρχηγία των Θηβών στη Βοιωτία και οι υποδουλωμένες στη Σπάρτη πόλεις, ξεθαρρεμένες πια, ζήτησαν τη βοήθεια των Θηβαίων, για ν’ αποτινάξουν το σπαρτιατικό ζυγό.
Έτσι με Θηβαϊκό και πελοποννησιακό στρατό ο Επαμεινώνδας μπήκε στην Πελοπόννησο, έφτασε στη Λακωνία που δεν είχε πατήσει εχθρός από την εποχή των Δωριέων και οργάνωσε τους Μεσσηνίους και τους Αρκάδες.
Όταν ξαναγύρισε στη Θήβα, κατηγορήθηκε πως κράτησε το αξίωμα τρεις μήνες περισσότερο από όσο έπρεπε. Το αδίκημα αυτό το τιμωρούσαν με θάνατο. Ο Επαμεινώνδας αδιαμαρτύρητα δέχτηκε την εφαρμογή του νόμου, αλλά ζήτησε να γραφτεί στη σχετική απόφαση πως η πέρα από το κανονικό κατακράτηση απ’ αυτόν του αξιώματος, οφειλόταν στην προσπάθειά του να ελευθερώσει την Ελλάδα από την καταπίεση των Σπαρτιατών. Έπειτα απ’ αυτό ο Επαμεινώνδας απαλλάχθηκε από την κατηγορία κι εκλέχθηκε πάλι βοιωτάρχης.
Το 367 ο Επαμεινώνδας στάλθηκε να απελευθερώσει τον Πελοπίδα, που τον είχε αιχμαλωτίσει ο Αλέξανδρος των Φερών και το πέτυχε κλείνοντας ειρήνη. Με τη συνετή του αυτή πράξη σώθηκε και ο βοιωτικός στρατός.Φρόντισε να φτιάξουν οι Θηβαίοι ισχυρό στόλο και κατόρθωσε να απομακρύνει τους Αθηναίους από τη Χίο, τη Ρόδο και το Βυζάντιο αναδεικνύοντας έτσι τη Βοιωτία πρώτη δύναμη ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις.
Για να αντιμετωπίσουν τους Βοιωτούς, οι Έλληνες βρέθηκαν στην ανάγκη να συμμαχήσουν. Στη συμμαχία αυτή έλαβαν μέρος οι Αθηναία, οι Σπαρτιάτες, οι Αχαιοί, οι Ηλείοι και οι Μαντίνειοι. Ο Επαμεινώνδας δε δίστασε να τους αντιμετωπίσει και οργάνωσε εκστρατεία στην Πελοπόννησο.Η μάχη δόθηκε στη Μαντίνεια (362), όπου οι Θηβαίοι συγκρούστηκαν με 22.000 Σπαρτιάτες και νίκησαν. Ο Επαμεινώνδας όμως πληγώθηκε βαριά από ακόντιο κι όταν έμαθε πως νίκησαν οι Θηβαίοι, έβγαλε από την πληγή του το ακόντιο και ξεψύχησε.
Τον έθαψαν εκεί που τραυματίστηκε πολεμώντας, του στήσαν ανδριάντα κι έκοψαν νομίσματα με την εικόνα του. Η Θήβα όμως δεν μπόρεσε χωρίς αυτόν να διατηρήσει το μεγαλείο της. Ο Επαμεινώνδας αποτελεί μια από τις αξιολογότερες φυσιογνωμίες της αρχαίας Ελλάδας, αλλά και της ανθρωπότητας.