Παρθενώνας

Ο Παρθενώνας, ναός χτισμένος προς τιμήν της Αθηνάς, προστάτιδας της πόλης της Αθήνας, υπήρξε το αποτέλεσμα της συνεργασίας σημαντικών αρχιτεκτόνων και γλυπτών στα μέσα του 5ου π.Χ. αιώνα. Η εποχή της κατασκευής του συνταυτίζεται με τα φιλόδοξα επεκτατικά σχέδια της Αθήνας και της πολιτικής κύρους που ακολούθησε έναντι των συμμάχων της κατά την περίοδο της αθηναϊκής ηγεμονίας.

Παρθενώνας από το http://www.nd.edu

Παρθενώνας από το http://www.nd.edu

Ο Περικλής αναδεικνύεται ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης. Σκοπός του ήταν να επιβάλει την Αθήνα όχι μόνο ως στρατιωτικοπολιτική δύναμη αλλά και ως “παίδευσιν της Ελλάδος” Γι’ αυτό αποφάσισε να προωθήσει την ανέγερση μνημείων που θα την δόξαζαν. Ο Πλούταρχος, βέβαια, αποκαλύπτει έναν ακόμα λόγο: τα έργα της Ακρόπολης ήταν στην πραγματικότητα ένα γιγάντειο για την εποχή πρόγραμμα δημόσιων έργων, το οποίο θα εξασφάλιζε απασχόληση στους ανέργους και ομαλότερη κατανομή του πλούτου στους Αθηναίους πολίτες. Αυτός ήταν κι ένας από τους λόγους που συμμετείχαν στο έργο κυρίως ελεύθεροι πολίτες και όχι δούλοι.

Το έργο είχε σχεδιαστεί εξαρχής μεγαλεπήβολο. Ο Περικλής, οι αρχιτέκτονες Ικτίνος και Καλλικράτης και ο γλύπτης Φειδίας, που είχε αναλάβει τη γενική εποπτεία των εργασιών, στόχευαν πολύ ψηλά. Ο Παρθενώνας είναι ο μεγαλύτερος δωρικός ναός του ελληνικού κόσμου που ολοκληρώθηκε και ο μοναδικός κατασκευασμένος εξ ολοκλήρου από μάρμαρο. Ο ναός σχεδιάστηκε με δεδομένο ότι θα στέγαζε το άγαλμα της θεάς, ύψους δώδεκα μέτρων, κι αυτό ήταν που επέβαλε τις μεγάλες του διαστάσεις. Είναι ακόμα το μόνο κτίσμα στο οποίο εφαρμόστηκαν με τον πληρέστερο τρόπο οι τεχνικές λάξευσης του μαρμάρου με σχολαστική ακρίβεια, πράγμα που επιβάρυνε ιδιαίτερα το κόστος κατασκευής. Επίσης κόστισαν πολύ τόσο ο ασυνήθιστα πλούσιος γλυπτικός του διάκοσμος όσο και τα πολύτιμα υλικά που χρειάστηκαν για το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς.

Ο Παρθενώνας χτίστηκε πάνω σε προηγούμενο ναό της Αθηνάς, ο οποίος καταστράφηκε από τους Πέρσες κατά τη διάρκεια των Περσικών πολέμων.Πιο αναλυτικά: Πιστεύεται πως υπήρχε από τα Γεωμετρικά χρόνια (7ος αι. π.Χ.) στη θέση που κτίστηκε ο Παρθενώνας ένας ναός  πλίνθινος πάνω σε λίθινα θεμέλια. Τον 6ο αι. π.Χ. κτίστηκε ένας πώρινος ναός (Ur – Parthenon) που διακοσμήθηκε με εναέτια γλυπτά που εκτίθενται στο Μουσείο της Ακρόπολης, (λέοντες και ο Ηρακλής με τον Τρίτωνα). Μετά τη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. άρχισε να κτίζεται ένας μαρμάρινος ναός  γύρω από τον πώρινο (Vor-Parthenon), ο οποίος όμως καταστράφηκε το 480 π.Χ. από τους Πέρσες. Στη θέση του ναού αυτού οικοδομήθηκε ο Παρθενώνας.

Εννέα χρόνια χρειάστηκαν για την ανέγερση του ναού. Τα επίσημα εγκαίνια του έγιναν στα μεγάλα Παναθήναια του 439. Ωστόσο, το στόλισμα του ναού με τα αγάλματα του Φειδία, στη ζωφόρο και στις μετόπες, συνεχιζόταν και τελείωσε το 432. Δηλαδή για να τελειώσει ολότελα ο ναός, χρειάστηκαν δεκαπέντε χρόνια.

Ήταν ναός περίπτερος , με δύο σειρές κολώνες , μήκους 70 μέτρων και πλάτους 31, Δωρικού ρυθμού ,με αρκετά στοιχεία Ιωνικού. Αυτή η σύνθεση των δύο αρχιτεκτονικών στοιχείων, έκανε το πελώριο οικοδόμημα πιο ανάλαφρο.Όλα μελετήθηκαν και στην παραμικρότερη λεπτομέρεια τους. Επειδή το μάτι του ανθρώπου ξεγελιέται και τις μεγάλες ευθείες τις βλέπει στη μέση τους να καμπυλώνουν, οι σπουδαίοι Αθηναίοι αρχιτέκτονες χρησιμοποίησαν ελαφρές καμπύλες, ώστε στο μάτι να φαίνονται ευθείες. Οι κολώνες έγερναν ελαφρά προς τα μέσα για να οδηγούν το βλέμμα ψηλά. Αυτό το μεγάλο κτίριο το χαρακτήριζε η απλότητα, η σοβαρότητα, η επιβλητικότητα, αλλά και η χάρη. Ναι, οι εκατοντάδες τόνοι από μάρμαρο, θα ‘λεγε κανείς ότι δεν του έδωσαν την αίσθηση του όγκου και του βάρους. Ταίριαζε απόλυτα στο γυμνό βράχο της Ακρόπολης, αλλά και σε όλο το περιβάλλον της Αθήνας με το ζωηρό της φως.

Το εσωτερικό του χωριζόταν στον πρόναο το σηκό και τον οπισθόδομο. Στη ζωφόρο, που είχε συνολικό μήκος 140 μέτρων και ύψος 1 μέτρου, ο Φειδίας λάξευσε τα αριστουργηματικά του γλυπτά με θέμα την προετοιμασία της πομπής των Παναθηναίων. Πόση απλότητα, πόση λιτότητα, αλλά και πόση ζωντάνια και αλήθεια δεν υπάρχουν σ’ αυτά τα ανεπανάληπτα γλυπτά!

Στη μετόπη αναπαράστησε σκηνές από τη γιγαντομαχία. Στο ανατολικό αέτωμα διάλεξε σαν θέμα τη γέννηση της Αθηνάς από το κεφάλι του Δία και στο δυτικό τη σκηνή της φιλονικίας της Αθηνάς με τον Ποσειδώνα, πάνω στην Ακρόπολη.

Στο σηκό ο Φειδίας έστησε το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς, ένα πραγματικό αριστούργημα ομορφιάς, τέχνης, χάρης και επιβλητικότητας. Μας το περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια ο Παυσανίας, που το είδε στη θέση του όταν επισκέφτηκε την Αθήνα, έτσι όπως μας έκανε και την περιγραφή του αγάλματος του Δία, στην Ολυμπία, έργο και αυτό του Φειδία. Το ύψος του αγάλματος μαζί με το βάθρο έφτανε τα 15 μέτρα. Ήταν μια Αθηνά που στεκόταν όρθια , επιβλητική και ολοζώντανη. Φορούσε έναν Αττικό χιτώνα και τα χέρια της ήταν γυμνά, φτιαγμένα από ελεφαντόδοντο. Στο δεξί της χέρι κρατούσε τη φτερωτή νίκη, που είχε ύψος 1,80εκ. Και ήταν χρυσελεφάντινη. Στο αριστερό χέρι κρατούσε ακουμπισμένα στο δάπεδο, το δόρυ και την ασπίδα. Ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο υπήρχε ένα φίδι που παρίστανε τον Εριχθόνιο. Στο εσωτερικό μέρος της ασπίδας, ο μοναδικός ζωγράφος Πολύγνωτος είχε ζωγραφίσει σκηνή από τη 1η γιγαντομαχία και στο εξωτερικό υπήρχε σκηνή από τον πόλεμο του Θησέα με τις Αμαζόνες. Σ’ έναν από τους πολεμιστές ο Φειδίας είχε δώσει τη μορφή του Περικλή και σε έναν άλλο, σε ένα γέρο που σήκωνε μια πέτρα, τη δική του μορφή.

Το χρυσάφι του αγάλματος ζύγιζε κάπου έναν τόνο! Οι Αθηναίοι κατηγόρησαν αργότερα το Φειδία πως είχε κλέψει αρκετό από το χρυσάφι που προοριζόταν για το άγαλμα και τον έφεραν σε δίκη. Μα εκείνος, που ήξερε πολύ καλά τον ανθρώπινο φθόνο, είχε λάβει τα μέτρα του. Είχε ζυγίσει το χρυσάφι που του παράδωσαν, το οποίο ήταν ακριβώς 44 τάλαντα. Το χρυσάφι στο άγαλμα το είχε τοποθετήσει με τέτοιον τρόπο, ώστε να ξεκολλάει εύκολα και να μπαίνει ξανά στη θέση του. Στη δίκη ζήτησε να βγάλουν το χρυσάφι και να το ζυγίσουν, πράγμα που έγινε. Και το βάρος του ήταν ακριβώς το ίδιο, 44 τάλαντα!

Φυσικά ο Φειδίας αθωώθηκε. Αλλά, βρήκε καινούργιους μπελάδες. Τον κατηγόρησαν για ιεροσυλία, επειδή έδωσε στους δυο πολεμιστές της ασπίδας της Αθηνάς, τη μορφή του και τη μορφή του Περικλή, θα τον καταδίκαζαν οπωσδήποτε σε θάνατο, αλλά κατάφερε να δραπετεύσει και έφυγε για την Ολυμπία, όπου μαζί με τους δυο αχώριστους βοηθούς του έφτιαξε ένα καινούργιο αριστούργημα, το γιγάντιο χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία.

Η πρώτη καταστροφή του ναού έγινε το 267 μ.Χ. από τους Έρουλους (ένα λαό σκανδιναβικής προέλευσης), οι οποίοι κατέλαβαν την Αθήνα και πυρπόλησαν τον Παρθενώνα. Καταστράφηκε η αρχική στέγη, ολόκληρη η εσωτερική κιονοστοιχία, ενώ έπαθαν σοβαρές ζημιές οι τοίχοι του σηκού. Περίπου εκατό χρόνια αργότερα έγιναν κάποιες διορθώσεις, όχι και τόσο πετυχημένες, την περίοδο που ήταν αυτοκράτορας ο Ιουλιανός ο Παραβάτης.

Το 529 μ.Χ. ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Ιουστινιανός διατάζει το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών της αρχαιότητας. Οι φιλόσοφοι εγκαταλείπουν την Αθήνα η οποία μετατρέπεται σε μικρή και ασήμαντη επαρχιακή κωμόπολη. Ο Χριστιανισμός επιβάλλεται και ο Παρθενώνας γίνεται εκκλησία της του Θεού Σοφίας. Το 1205 μ.Χ. οι Φράγκοι καταλαμβάνουν την Αθήνα και ο Παρθενώνας γίνεται ο καθεδρικός ναός του.

Το 1456 μ.Χ. ο Τούρκος Ομάρ Τουραχάν, στρατηγός του Μωάμεθ, κυριεύει την Αθήνα και ο Παρθενώνας μετατρέπεται σε τζαμί. Το 1674 ο Charles-Francois Olier μαρκήσιος De Nointel επισκέπτεται την Αθήνα με το ζωγράφο Jacques Carrey στην ακολουθία του. Ο Carrey έκανε λεπτομερή σχέδια του Παρθενώνα και των γλυπτών. Τα σχέδια αυτά είναι ανεκτίμητα, γιατί απεικονίζουν λεπτομερειακά τον Παρθενώνα λίγο πριν από την καταστροφή του.

Το 1687 ο βενετσιάνικος στρατός με το Μοροζίνι πολιορκεί τους Τούρκους που βρίσκονταν στην Ακρόπολη. Μια οβίδα έπεσε στον Παρθενώνα, που χρησιμοποιούταν ως πυριτιδαποθήκη και προκάλεσε έκρηξη με αποτέλεσμα την ανατίναξη του κτιρίου, μεγάλα τμήματα του οποίου καταστράφηκαν ή εκσφενδονίστηκαν. Ο Μοροζίνι τελικά κυρίευσε την Ακρόπολη και στην προσπάθειά του να κλέψει κάποια γλυπτά προκάλεσε κι άλλες ζημιές. Τον επόμενο χρόνο ο Μοροζίνι εγκατέλειψε την Αθήνα και επέστρεψαν οι Τούρκοι. Οι ζημιές από την έκρηξη πρέπει να ήταν οι εξής: έπεσαν τρεις (3) τοίχοι του σηκού, η πρόσταση του προνάου, έξι (6) κίονες της νότιας και οκτώ (8) της βόρειας πλευράς.

Το 1801 μ.Χ. ο Thomas Bruce, κόμης του Έλγιν, πρεσβευτής της Αγγλίας στην Υψηλή Πύλη, κατάφερε να αποσπάσει από το Σουλτάνο φιρμάνι με το οποίο του δινόταν η άδεια να αφαιρέσει από τις χώρες που βρίσκονταν στη δικαιοδοσία του σουλτάνου, ό,τι αρχαιότητα ήθελε. Έτσι ο Έλγιν απέσπασε από την Ακρόπολη διάφορα γλυπτά. Στην προσπάθειά του να αρπάξει όσο περισσότερα μπορούσε, προκάλεσε και μεγάλες ζημιές. Συνολικά μετέφερε στο Λονδίνο δεκαοκτώ (18) αγάλματα από τα αετώματα, δεκαπέντε (15) μετόπες και πενήντα (50) λίθους από τη ζωφόρο μήκους εβδομήντα πέντε (75) μέτρων. Το 1815 το Βρετανικό Μουσείο αγόρασε από τον Έλγιν τα γλυπτά του Παρθενώνα.

Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 η Ακρόπολη απελευθερώνεται στην αρχή από τους Έλληνες, όμως θα πολιορκηθούν αργότερα από το στρατό του Κιουταχή πασά. Το 1827 οι Τούρκοι κυριεύουν την Ακρόπολη και φεύγουν οριστικά το 1833. Αρχίζει η απομάκρυνση των ερειπίων του οικισμού που είχε σχηματιστεί με τον καιρό πάνω στον ιερό βράχο. Το 1885 ξεκινούν οι ανασκαφές που θα φέρουν στο φως όσα είχαν θάψει οι Αθηναίοι μετά την περσική καταστροφή του 480 π.Χ. Το 1898 αρχίζει η προσπάθεια για την αναστήλωση των μνημείων που συνεχίστηκε μέχρι το Β’ παγκόσμιο πόλεμο.

Ίσως σας ενδιαφέρουν…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.