Μυστράς
Η ίδρυση του Μυστρά συνδέεται με την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους της Δ΄ Σταυροφορίας το 1204: η Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατακερματίζεται, η Πελοπόννησος παραχωρείται στη φράγκικη οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων, που ιδρύει το Πριγκηπάτο της Αχαΐας και λίγα χρόνια αργότερα, το 1249, ο φράγκος πρίγκιπας Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος κτίζει το κάστρο του Μυζηθρά στην κορυφή του ομώνυμου λόφου, σε θέση καίρια για τον έλεγχο της κοιλάδας του Ευρώτα. Το κάστρο αυτό θα αποτελέσει τον πυρήνα της μετέπειτα καστροπολιτείας του Μυστρά, μιας από τις σημαντικότερες υστεροβυζαντινές πόλεις.
Το 1259, στη μάχη της Πελαγονίας, ο φράγκος πρίγκιπας συλλαμβάνεται αιχμάλωτος από τους Βυζαντινούς. Για την απελευθέρωσή του ο βυζαντινός αυτοκράτορας απαιτεί ως λύτρα την παράδοση των κάστρων της Μονεμβασίας, της Μαΐνης και του Μυζηθρά, τα οποία και παραδίδονται τρία χρόνια αργότερα, το 1262. Η ασφάλεια, που παρέχει ο φυσικά οχυρός λόφος του Μυστρά, θα προκαλέσει τη μετακίνηση του πληθυσμού της Λακεδαιμονίας σε αυτόν, γεγονός που θα αποτελέσει την απαρχή της εξέλιξής του στο σημαντικότερο αστικό κέντρο της περιοχής.
Το Μυστρά διοικούσαν στρατηγοί, που προέρχονταν απ’ το Βυζάντιο. Ο πατέρας του αυτοκράτορα Ιωάννη Καντακουζηνού ήταν διοικητής του Μυστρά οκτώ χρόνια. Αυτόν διαδέχτηκε το 1316 ο Ανδρόνικος Παλαιολόγος, που αντικαταστάθηκε απ’ τον Ιω. Καντακουζηνό το 1321. Ο τελευταίος το 1341, ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας στο Διδυμότειχο και, με τη βοήθεια των Τούρκων, έγινε το 1347 κυρίαρχος της Κωνσταντινούπολης και ίδρυσε μετά από δυο περίπου χρόνια το Δεσποτάτο της Πελοποννήσου με πρωτεύουσα το Μυστρά.
Από τότε η πόλη έγινε διοικητικό, αλλά και κέντρο Τεχνών και Γραμμάτων. Ο Μανουήλ, γιος του αυτοκράτορα Ιω. Καντακουζηνού, διοίκησε με φρόνηση και δύναμη το δεσποτάτο του Μυστρά, αλλά όταν πέθανε (1380) και έγιναν κύριοι οι αδελφοί του Ματθαίος και Δημήτριος, ο τελευταίος θέλησε να γίνει ανεξάρτητος απ’ το Βυζάντιο και το 1384 ο Μυστράς υποτάχτηκε στο Θεόδωρο Α’ Παλαιολόγο. Ο ερχομός του Θεόδωρου δημιούργησε βάσιμες ελπίδες για ησυχία. Όμως το 1395 οι Τούρκοι κατέλαβαν την πόλη και στα τελευταία χρόνια του ΙΔ’ αιώνα ο δεσπότης της Πελοποννήσου Θεόδωρος Α’ Παλαιολόγος ήταν υποτελής στο σουλτάνο. Το 1400 οι κάτοικοι του Μυστρά κατόρθωσαν ν’ ακυρώσουν τα συμβόλαια, που έκανε ο Θεόδωρος για να πουλήσει την πόλη τους στους Ιωαννίτες ιππότες.
Τα κυριότερα μνημεία του χώρου
Συγκρότημα Παλατιών
Το συγκρότημα των Παλατιών, έδρα και κατοικία του Δεσπότη και της οικογένειάς του, επιβάλλεται με την παρουσία του στο μοναδικό πλάτωμα του λόφου. Πρόκειται για ένα σύνολο κτισμάτων, που άρχισε να κτίζεται σχεδόν αμέσως μετά την ίδρυση του κάστρου του ”Μυζηθρά” και ολοκληρώθηκε στις αρχές του 15ου αιώνα. Η συνεχής προσθήκη κτιρίων σκοπό είχε να καλύψει τις αυξανόμενες ανάγκες της διοικητικής αρχής που στέγαζε. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι η πτέρυγα των Καντακουζηνών, που κτίστηκε από το Δεσπότη Μανουήλ Καντακουζηνό στις αρχές του β΄ μισού του 14ου αιώνα, και η πτέρυγα των Παλαιολόγων, των αρχών του 15ου αιώνα. Η τελευταία αποτελείται από έναν ισόγειο χώρο, που εξυπηρετούσε αποθηκευτικές ανάγκες, τον πρώτο όροφο, που διαιρείται σε οκτώ διαμερίσματα – αίθουσες στρατωνισμού και το δεύτερο όροφο, ο οποίος στέγαζε την αίθουσα του θρόνου. Στα σπίτια, που υψώνονται γύρω από τα Παλάτια, πιθανότατα κατοικούσαν τα μέλη της αριστοκρατίας του Μυστρά, από την οποία προέρχονταν και οι αξιωματούχοι του Δεσποτάτου.
Ναος αγίων Θεοδώρων Μυστρά
Οι Άγιοι Θεόδωροι, καθολικό ομώνυμης μονής, κτίστηκαν λίγο πριν το 1296 από τους μοναχούς Δανιήλ και Παχώμιο. Ανήκουν στον αρχιτεκτονικό τύπο του οκταγωνικού ναού με τρεις χαμηλές αβαθείς αψίδες Ιερού στα ανατολικά. Η τοιχοποιία στο μεγαλύτερο μέρος συνίσταται σε απλή αργολιθοδομή, ενώ πλινθοπερίκλειστο σύστημα εντοπίζεται σποραδικά. Στις τέσσερις γωνίες του ναού διαμορφώνονται ισάριθμα παρεκκλήσια, από τα οποία τα ανατολικά είχαν ταφικό χαρακτήρα. Ο νάρθηκας, με διώροφα πυργόσχημα παρεκκλήσια στη βόρεια και νότια πλευρά, αποτελεί μεταγενέστερη προσθήκη.
Τα σωζόμενα ίχνη τοιχογραφιών αποκαθιστούν το αρχικό εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού στο μεγαλύτερο τμήμα του: ποδέα, που μιμούνταν ορθομαρμάρωση, καταλάμβανε τα χαμηλά μέρη των τοίχων, ζώνη με όρθιους ολόσωμους στρατιωτικούς αγίους εικονίζονταν ψηλότερα, ενώ σκηνές του Θεομητορικού κύκλου, του Δωδεκαόρτου, του Πάθους του Χριστού και της Ανάστασής του, καθώς και του βίου του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου αναπτύσσονταν σε δύο ζώνες στα ανώτερα μέρη. Η τεχνοτροπική σύγκριση με την τέχνη της α΄ και β΄ φάσης ιστόρησης της Μητρόπολης του Μυστρά, του 1270-1285 και 1291/2-1315, τοποθετεί τις παραστάσεις στους Αγίους Θεοδώρους στα τέλη του 13ου αιώνα.
Ναός του Αγίου Δημητρίου
Ο ναός του Αγίου Δημητρίου ιδρύθηκε πιθανότατα από τον Μητροπολίτη Ευγένιο γύρω στο 1270, ανακαινίστηκε λίγο αργότερα, το 1291/2, από τον Μητροπολίτη Νικηφόρο Μοσχόπουλο και τον αδελφό του Ααρών και πήρε την τελική, σημερινή μορφή του κατά το β΄ μισό του 15ου αιώνα από τον Μητροπολίτη Ματθαίο, ο οποίος προσέθεσε το υπερώο. Πρόκειται για τον παλιότερο ναό στο Μυστρά, που από την ανοικοδόμησή του έως και τα πρώτα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Τούρκους αποτέλεσε τον Μητροπολιτικό ναό της πόλης και έδρα του Μητροπολίτη Λακεδαιμονίας. Στο ναό αυτό έγινε το 1449, κατά την παράδοση, η στέψη του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου, μέχρι τότε Δεσπότη του Μυστρά.
Η εκκλησία στη σημερινή της μορφή ανήκει στο λεγόμενο ”μικτό τύπο του Μυστρά”, που συνδυάζει την τρίκλιτη βασιλική στο ισόγειο και τον πεντάτρουλο σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό στο υπερώο, με τρεις τρίπλευρες αψίδες ανατολικά. Η δυτική στοά αποτελεί, όπως αναφέρθηκε, προσθήκη του 15ου αιώνα, ενώ η στοά, η αυλή με τις τοξοστοιχίες και τα μεγάλα διώροφα κτίρια στη βόρεια πλευρά χρονολογούνται στην Τουρκοκρατία.
Αξιόλογος είναι ο γλυπτός διάκοσμος του ναού, με το κτιστό τέμπλο, που πήρε τη σημερινή του μορφή πιθανότατα το 18ο αιώνα, τα δύο προσκυνητάρια με ανάγλυφα φυτικά σχέδια στα μέτωπα των πεσσών του Ιερού, το γείσο, της εποχής του Μητροπολίτη Ματθαίου, επίσης με φυτικά σχέδια σκαλισμένα σε πορώδη πέτρα, τα διαφόρων εποχών θωράκια στο διάζωμα του υπερώου και, τέλος, την πλάκα με τον ανάγλυφο δικέφαλο αετό των Παλαιολόγων στο δάπεδο, κάτω από τον τρούλο, πιθανότατα του 14ου αιώνα.