Ιωάννης Καποδίστριας
Ο Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας (11 Φεβρουαρίου 1776 – 9 Οκτωβρίου 1831) , ήταν Έλληνας διπλωμάτης στην υπηρεσία της Ρωσικής αυτοκρατορίας και πρώτος Κυβερνήτης του “υπό εντολή” Ελληνικού “κράτους”. Δολοφονήθηκε στο Ναύπλιο το 1831.
Ο Kαποδίστριας γεννήθηκε στην Κέρκυρα (Επτάνησα) επί Ενετοκρατίας. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών από το ακρωτήριο Ιστρία (Capo d’Istria) της Αδριατικής, το σημερινό λιμάνι του Koper στη Σλοβενία. Ένας από τους πρόγονούς του είχε λάβει τον τίτλο του Κόμη (comte) από τον Δούκα της Σαβοΐας Κάρολο Εμμανουήλ ΙΙ (Charles Emmanuel II). Ο τίτλος εισήχθηκε στη Χρυσή Βίβλο (Libro d’Oro) ως οικογένεια ευγενών εκ Κερκύρας το 1679. Η οικογένεια της μητέρας του, οι Γονέμοι, ήταν εγγεγραμμένοι στη Χρυσή Βίβλο (Libro d’Oro) από το 1606.
Σπούδασε ιατρική, φιλοσοφία και νομικά στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβα της Ιταλίας. Το 1797, 21 ετών, εγκαταστάθηκε στην γενέτειρα του την Κέρκυρα ως γιατρός. Το 1799, όταν η Ρωσία παρέλαβε τα Επτάνησα από την Γαλλία, του ανατέθηκε η διοίκηση του στρατιωτικού νοσοκομείου. Το 1802 φέρεται να ήταν ανάμεσα στους ιδρυτές δυο σημαντικών επιστημονικών και κοινωνικών οργανώσεων: της «Φιλικής Εταιρείας» και της «Εθνικής Ιατρικής Εταιρείας».
Παρ’ όλη την ευγενή καταγωγή και εκπαίδευσή του, ο Καποδίστριας υπήρξε φιλελεύθερος και δημοκράτης. Το 1801, όταν αυτονομούνται τα Επτάνησα (κράτος υπό ρωσο-τουρκική ηγεμονία), ο Ι. Καποδίστριας γίνεται ένας από τους δύο διοικητές της Επτανησιακής Δημοκρατίας. Χάρη στην οξυδέρκειά του αποτράπηκε εξέγερση της Κεφαλονιάς. Έδειξε ευαισθησία και προσοχή στις ανησυχίες των Επτανησίων και πήρε πρωτοβουλίες για τη αναθεώρηση του επτανησιακού συντάγματος, το «Βυζαντινό Σύνταγμα» που επέβαλαν οι Ρώσοι και οι Οθωμανοί και που έκανε την Μεγάλη Βρετανία ν’ αποστείλει εκπρόσωπο στο νησί, τον George Motsenigo, για να το επιθεωρήσει. Αποτέλεσμα των προσπαθειών του Καποδίστρια ήταν η ψήφιση ενός πιο φιλελεύθερου και δημοκρατικού συντάγματος το 1803. Διορίστηκε ομόφωνα από την Γερουσία της Επτανησιακής Δημοκρατίας Κυβερνήτης του Κράτους των Επτανησίων. Διατέλεσε υπουργός της Επτανησιακής Δημοκρατίας από το 1802 έως το 1807.
Όταν, κατά την εποχή της Ναπολεόντειας αυτοκρατορίας, τα Επτάνησα μπαίνουν κάτω από γαλλική κυριαρχία, ο Καποδίστριας, συνειδητοποιώντας ότι τον ουσιαστικό έλεγχο θα τον είχαν και πάλι οι κατέχοντες τη θάλασσα, οι Άγγλοι, καταφεύγει στη Ρωσία, όπου, ύστερα από σύντομο χρονικό διάστημα, τοποθετείται σύμβουλος του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας. Σταδιακά διορίζεται πρεσβευτής κι έπειτα Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας. Το 1809, ο Καποδίστριας μπήκε, σαν διπλωμάτης, στην υπηρεσία του Τσάρου Αλέξανδρου Ι. Το 1813, διορίστηκε εκπρόσωπος της Ρωσίας στην Ελβετία, με σκοπό να συνεισφέρει στην απαλλαγή της από την επιρροή του Ναπολέοντα. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ενότητα, ανεξαρτησία και την ουδετερότητα της Ελβετίας και συνεισέφερε στο ελβετικό σύνταγμα, που προέβλεπε αυτόνομα κρατίδια (καντόνια) σαν μέλη της Ελβετικής ομοσπονδίας, με προσωπικά προσχέδια. Συμμετείχε στο Συνέδριο της Βιέννης σαν μέλος της ρωσικής αντιπροσωπίας και αργότερα εκπρόσωπος της Ρωσίας στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων το 1815, όπου πέτυχε την εξουδετέρωση της αυστριακής επιρροής, την ακεραιότητα της Γαλλίας υπό Βουρβόνο μονάρχη καθώς και την διεθνή ουδετερότητα της Ελβετίας. Διετέλεσε Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσικής αυτοκρατορίας από το 1816 έως το 1822 (διορίστηκε συνυπουργός με τον Καρλ Ρόμπερτ Νέσελροντ (Karl Robert Nesselrode) από τον Τσάρο Αλέξανδρο Ι). Το 1819 μετέβη στο Λονδίνο για να συζητήσει περί των τριβών μεταξύ της επτανησιακής πολιτείας και της Μεγάλης Βρετανίας.
Με την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το αξίωμά του το 1822 για να εγκατασταθεί στη Γενεύη της Ελβετίας, όπου έχαιρε υπόληψης για την προσφορά του.Στην αρχή δεν ευνόησε τη διαμόρφωση των συνθηκών που θα καλλιεργούσαν έναν πανελλήνιο αγώνα, γιατί πίστευε κι αυτός, όπως κι ο Κοραής, για διαφορετικό λόγο όμως ο καθένας, πως με την ύπαρξη της τότε πανίσχυρης Ιεράς Συμμαχίας, κάθε απόπειρα τέτοιας μορφής ήταν καταδικασμένη από πριν σε αποτυχία. Μόλις έμαθε όμως ότι ολόκληρο το έθνος έχει ξεσηκωθεί, βοήθησε με κάθε πρόσφορο μέσο την επανάσταση κι έφτασε στο σημείο να εισηγηθεί στον τσάρο πρόταση με την οποία αναλάμβανε την προστασία των Ελλήνων.
Μετά το ευτυχές τέλος της επανάστασης η Εθνική Συνέλευση της Τροιζήνας αποφασίζει να του αναθέσει το ρόλο του κυβερνήτη (14 Απριλίου 1827). Από την εποχή εκείνη αρχίζει ένα δυσβάσταχτο αγώνα, προσπαθώντας να βρει πόρους για το νεοδημιουργούμενο κράτος. Φθάνοντας με τη συνοδεία ενός ρωσικού κι ενός γαλλικού πολεμικού πλοίου στην Ελλάδα, αποβιβάζεται στο Ναύπλιο στις 13 Ιανουαρίου του 1828. Μετά από επίπονες διαβουλεύσεις στις Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την εξασφάλιση της απαραίτητης υποστήριξης για το ελληνικό κράτος, έφτασε στο Ναύπλιο τον Ιανουάριο του 1828. Η πρώτη επαφή του με την ηπειρωτική Ελλάδα κατά πολλούς υπήρξε αποκαρδιωτική λόγω της κατάστασης που επικρατούσε στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό: οι αντιπαλότητες που είχαν προκύψει μεταξύ των φατριών κατά την διάρκεια της επανάστασης δεν είχαν κοπάσει. Εξάλλου η χώρα είχε καταστραφεί και η οικονομία της τελούσε υπό πτώχευση.
Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης αναγκάστηκε να ενεργήσει με τέτοιο τρόπο, που δημιούργησε πολλές αντιδράσεις. Ίδρυσε το «Πανελλήνιο» γνωμοδοτικό σώμα που αποτελούνταν από 27 μέλη, συγκεντρώνει όμως όλη την εξουσία στα χέρια του. Παρόλο ότι υπόσχεται προκήρυξη εκλογών για την ανάδειξη νέας Συνέλευσης που θα αποφάσιζε για τη μορφή του πολιτεύματος της χώρας καθυστερεί στην εκτέλεσή τους και όταν, τελικά, αυτές έγιναν δε φημίστηκαν για τον άψογο τρόπο εκτέλεσής τους.
Ο κυβερνήτης διακρίθηκε για τη μεγάλη αγάπη του για την πατρίδα, έθεσε σαν στόχο να βάλει τέλος στον εμφύλιο και να επιδιώξει σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την ανόρθωση της κρατικής μηχανής καθώς και για την θέσπιση του νομικού πλαισίου της πολιτείας, απαραίτητου για την εγκαθίδρυση της τάξης. Αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση πετυχαίνοντας, αφενός, να καταπολεμήσει το κατεστημένο των φατριών, και, αφετέρου, να παρεμποδίσει την Οθωμανική προέλαση. Εφάρμοσε την πρακτική της απομόνωσης (καραντίνας) των κοινοτήτων που πλήττονταν από επιδημίες όπως τον τύφο, την ελονοσία κλπ. Επίσης προσπάθησε να ανοικοδομήσει το κατεστραμμένο εκπαιδευτικό σύστημα της Ελλάδας, ιδρύοντας πολλά αλληλοδιδακτικά σχολεία, μουσεία, βιβλιοθήκη το Ορφανοτροφείο της Αίγινας και ίδρυσε τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Την εποχή του Καποδίστρια επίσης ιδρύθηκε η Γεωργική Σχολή της Τίρυνθας και έγινε η πρώτη απόπειρα για την καλλιέργεια πατάτας.
Ο τρόπος που ο Καποδίστριας εισήγαγε την καλλιέργεια της πατάτας παραμένει περίφημο ανέκδοτο σήμερα: Παραγγέλνοντας ένα φορτίο πατάτες, πρώτα διέταξε ότι πρέπει να προσφερθούν σε όποιον θα ενδιαφερόταν. Όμως οι πατάτες αντιμετωπίστηκαν με αδιαφορία από τον πληθυσμό και ολόκληρο το σχέδιο φάνηκε να αποτυχαίνει. Όμως ο Καποδίστριας, έχοντας γνώση για τις σύγχρονές του ελληνικές συνήθειες, διέταξε ολόκληρη η αποστολή των πατατών να ξεφορτώνεται σε δημόσια επίδειξη στις αποβάθρες του Ναυπλίου, αλλά να φυλάσσονται από φαινομενικά αυστηρές φρουρές. Σύντομα, κυκλοφόρησαν φήμες για τις πατάτες, ότι αφού τόσο καλά φρουρούνταν, έπρεπε να είναι μεγάλης σπουδαιότητας. Και αφού ήταν έτσι, κάποιοι δοκίμαζαν να τις κλέψουν. Οι φρουρές είχαν διαταχθεί εκ των προτέρων να κάνουν με τρόπο τα στραβά μάτια και να επιτρέπουν ουσιαστικά την κλοπή. Έτσι, σύντομα όλες οι πατάτες του φορτίου είχαν κλαπεί και το σχέδιο του Καποδίστρια να τις εισαγάγει στην Ελλάδα είχε πετύχει.
Μετέφερε την πρωτεύουσα από το Ναύπλιο στην Αίγινα και την επανέφερε στο Ναύπλιο μετά από λίγο. Ασχολήθηκε με την τοπική αυτοδιοίκηση, έκοψε νομίσματα («φοίνικες») και ενίσχυσε το εμπόριο.Στην προσπάθεια του να εγκαθιδρύσει ένα ανεξάρτητο και αυτοδύναμο κράτος αναγκάστηκε να καταπολεμήσει διάφορες φατρίες. Ασχολήθηκε κυρίως με τους Πελοποννήσιους. Μοιραία στάθηκε η αντιπαλότητα με τους Μαυρομιχάληδες. Ο Καποδίστριας επεδίωξε την σύλληψη και φυλάκιση του Πέτρου Μαυρομιχάλη (Μπέη). Αυτό έδωσε το έναυσμα στον αδερφό του Κωνσταντίνο και τον υιό του Γιώργη να δολοφονήσουν τον Ι. Καποδίστρια στα σκαλιά του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο στις 27 Σεπτεμβρίου (9 Οκτωβρίου) 1831.Στη θέση του δολοφονημένου Ι. Καποδίστρια διορίστηκε για μικρό διάστημα ο αδερφός του Αυγουστίνος Καποδίστριας.